Αν και προτιμάω το τρένο από το λεωφορείο, αυτό που μου αρέσει στο λεωφορείο είναι ότι τα βλέπεις όλα από ψηλά.. το δρόμο, τα αυτοκίνητα, τοπία κι εικόνες που όταν είσαι στο αυτοκίνητο μπορεί να μην τα παίρνεις χαμπάρι. Ανεβαίνοντας για το χωριό, έπεσε το μάτι μου πάλι στην οθόνη του drive-in σινεμά που στέκει παραμελημένο στο πουθενά (εκτός κι αν λειτουργεί και δεν το ξέρω!). Θα 'θελα να 'βλεπα μια ταινία σε drive-in, να αισθανόμουν για λίγο ότι βρίσκομαι σε κάποια από τις αμερικάνικες ταινίες, πίνοντας coca-cola σε ένα αμάξι αντίκα.
Αλλά στο τρένο είναι διαφορετικά. Συμφωνώντας με τον Alain de Botton, θα το αναγνωρίσω ως το μεταφορικό μέσο που βοηθάει περισσότερο στα ταξίδια της σκέψης. Σου αφήνει τον κατάλληλο χρόνο για να δεις έξω τα τοπία (όχι όμως πάντα αρκετό ώστε να προλάβεις να βγάλεις τη φωτογραφική), ενώ παράλληλα και το εσωτερικό του βρίσκεται σε μια συνεχή κίνηση με τους επιβάτες να πηγαίνουν πέρα-δώθε. Δεν έχω καταλήξει πλήρως μόνο στο αν με ενοχλεί ή, αντιθέτως, μου αρέσει να ταξιδεύω ανάποδα.. Νομίζω πως όταν ταξιδεύεις καθισμένος προς τη "σωστή" κατεύθυνση βρίσκεσαι σε μεγαλύτερη εγρήγορση να δεις τί πρόκειται να έρθει μετά, αλλιώς κοιτώντας προς το μέρος που αφήνεις μπορείς ίσως να απολαύσεις το ταξίδι περισσότερο.
Μετά την ολιγοήμερη στάση μου στην Πάνω Πόλη, αποφάσισα να πάρω το τρένο το μεσημέρι, γιατί άλλες φορές τύχαινε να πάρω το απογευματινό με αποτέλεσμα στη διαδρομή να βλέπω μόνο τον εαυτό μου έξω απ' το παράθυρο. Μαζί μου είχα και την Τέχνη του ταξιδιού του Μποττόν, αυτό το ταξιδευμένο βιβλίο που δεν αξιώθηκα ένα χρόνο να το διαβάσω πάνω. Συνειδητοποίησα όμως πως δεν του άρμοζε τόσο το δωμάτιό μου σαν μέρος μελέτης, αλλά περισσότερο κάτι εν κινήσει.
Όντας το δεύτερο βιβλίο του που διαβάζω -μετά το Μικρή φιλοσοφία του έρωτα- μπορώ να πω ότι είναι από αυτούς τους συγγραφείς που λες ότι αντιπροσωπεύουν τις σκέψεις σου, που διαβάζεις μια παράγραφο και χαμογελάς. Να 'ναι καλά η sis και για τα δύο δωράκια. Το επόμενό του που θα πάρω θα είναι το The pleasures and sorrows of work, έτσι για να μπαίνουμε στο κλίμα.

"Ο Χόπερ ωστόσο ενδιαφερόταν και για τα τρένα. Έβρισκε ελκυστική την ατμόσφαιρα των σχεδόν άδειων βαγονιών που τραβούν το δρόμο τους σ' ένα τοπίο' μέσα τους βασιλεύει σιωπή, καθώς οι τροχοί κυλούν ρυθμικά στις ράγες, κι αυτός ο ήχος, μαζί με τη θέα από τα παράθυρο, υποθάλπουν μια ονειρική διάθεση, μια κατάσταση στην οποία νιώθουμε να βγαίνουμε από το συνήθη εαυτό μας, ν' αποκτούμε πρόσβαση σε σκέψεις και αναμνήσεις που ίσως δεν αναδύονται στην επιφάνεια όταν βρισκόμαστε σε πιο σταθερό περιβάλλον. Κάπως έτσι φαίνεται να αισθάνεται και η γυναίκα στον πίνακα Διαμέρισμα Γ, Βαγόνι 293 (1938), που ξεφυλλίζει ένα βιβλίο, ενώ το βλέμμα της περνά αναποφάσιστο από τις σελίδες στο τοπίο και πάλι πίσω."
-Alain de Botton, Η τέχνη του ταξιδιού-
Στα μισά περίπου της διαδρομής το 'κλεισα κι άφησα κενή τη θέση μου - ανέβηκε ο Κ.
ps: θα 'θελα να 'χα ένα σπίτι στην Πλάκα κι ένα στα Κάστρα.