Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 24, 2014

Παρέα κι ένα παρεό

Α

Όσα ταξίδια κι αν έκανα τον προηγούμενο χρόνο, μου 'χαν λείψει αυτά τα χωρίς έγνοιες που δεν περνάς σε εξοδολόγια τα εισιτήρια των πλοίων.


[Ενώ ακόμα συνεχίζει το περσινό καλοκαίρι να κατασταλάζει μέσα μου.]

Έτσι, αν και πάντα βαριόμουν το φτιάξιμο της βαλίτσας αφήνοντας τη για το τέλος, πλέον είχα ήδη αποκτήσει μια άνεση και μια άλλη λογική πακεταρίσματος και φέτος την είχα έτοιμη πριν καλά το καταλάβω. Το φεύγα, βλέπεις, έγινε Παρασκευή ακριβώς μετά τη δουλειά, με ό,τι μυαλό είχε απομείνει στη θέση του. Φορτώσαμε το καλό μας τρίαμηδένεφτά και τραβήξαμε το γνώριμο δρόμο για το ..δεύτερο χωριό μας, που νησί δεν το λες, αλλά με νησί μοιάζει. Η παρέα που χωράει σε ένα αυτοκίνητο βρέθηκε, σπασμωδικά, και πάλι εκεί.

Κάποια στιγμή θα μάθω κι εγώ να ξεχωρίζω με τη μία τί άνεμος φυσάει, βοριάς ή μαΐστρος. "Φύσηξε Βοριάς, Μαΐστρος, Τραμουντάνα.." Μέχρι στιγμής αυτό είναι έγνοια των ντόπιων, με το που ξυπνάνε και βλέπουν τον καιρό, σου προτείνουν και την ανάλογη παραλία. Όχι ότι μας πτόησαν ποτέ οι άνεμοι και τα κύματα.

Συνήθως, με αυτό το μέρος ξεκινάνε ή/και τελειώνουν οι διακοπές.

//Λεωφορείο, στάση. Άλλο λεωφορείο, πλοίο.//

ΚΚ. Σε ίδιο νησί, 21 χρόνια μετά (όι!). Λίγα πράγματα θυμόμουν. Όμορφα χωριουδάκια εις -άτα. [Άχτι το 'χω που δε συνάντησα σε πινακίδα τις προθέσεις Σκατ- και Γαμ-.]

Διακοπές που δεν είχα αρχικά κατά νου, αλλά προέκυψαν έτσι απλά. Ήταν 6, γινήκαμε 7. Τί κι αν δε γνώριζες τα μισά άτομα, οικειοποιείσαι με το καλησπέρα σας, με την πρώτη βουτιά. Κι όλοι μια παρέα. Με αρκετή δόση τρέλας. Και κάτι παραπάνω. 

Κι ο Κούντερα σιγοντάριζε "[...] η τέλεια και απολύτως άχρηστη ζωντάνια..., τα παιδιά που γελούν...χωρίς να ξέρουν γιατί, δεν είναι όμορφα όλα αυτά; Μύρισε, Ντ' Αρντελό, μύρισε, φίλε μου, αυτή την ασημαντότητα που μας περιβάλλει, είναι το κλειδί της σοφίας, είναι το κλειδί της ευδιαθεσίας..."

Πολλά χιλιόμετρα, στροφές, το gps της Ε. που πρόσθετε περιπέτεια στις μέρες μας (πιο σύντομη χιλιομετρικά διαδρομή και σμαρτφόουνς, σου λέει μετά) και νιώθαμε λίγο σαν σε σαφάρι. Διαδρομές στο βουνό που σε έκαναν να ξεχνάς ότι βρίσκεσαι σε νησί.

//Επιστροφή στη βάση, αναπακετάρισμα κι αλλάζουμε πέλαγος.//


Α. Ή μήπως Ω
Έχει άλλο αέρα στις Κυκλάδες, ρε παιδί μου. Τα νησιά εκεί είναι ..νησιώτικα.

Πήγαμε 2, ήρθανε 2, γίναμε 6, μετά 8. Δε θες και πολλά για να περάσεις όμορφα. Παρέα κι ένα παρεό. Κι ας μην καταφέραμε να νοικιάσουμε αμάξι -και το λέω εγώ αυτό. Το μικρό του νησιού δε σε άγχωνε να προλάβεις να δεις μέρη και πράγματα. Αρκούσε το καραβάκι που πήραμε για το ακόμα πιο μικρό νησάκι απέναντι, που μας ξέβρασε σε μια ασημένια παραλία -έμενες άνετα μέχρι την επόμενη μέρα. Στο γυρισμό ο καπετάνιος μας σέρβιρε από μια κολοκύθα -αντί νταμιτζάνας- ροζέ κρασί. Δεν ξέρω αν έφταιγε το άδειο μου στομάχι, πάντως με την πρώτη δοκιμή, κατατάχθηκε στα τοπ μου.

4. Ήταν η ώρα που τα μπαρ έκλειναν, η πλατεία άδειαζε κι εσύ έπαιρνες το χωματόδρομο για ένα μέρος όπου το φεγγάρι φαινόταν να είναι ο ηθικός αυτουργός της νύχτας. The night that we fell under the spell of the moon. Με το που περνάς την είσοδο της ντίσκο, νιώθεις να μπαίνεις σε άλλο χωροχρόνο. Σου βγάζει κάτι νοσταλγικό. Και ξεκινάς να χορεύεις. Και δε σταματάς. 

Δε θέλω να σκέφτομαι τη στιγμή που θα 'χω πάει σε όλα τα Κυκλαδονήσια. Αλλά ακόμα και τότε, θα ξαναπάς και στα ίδια νησιά. Πάντα υπάρχουν άλλωστε μέρη που άφησες για την επόμενη φορά και αφορμές για να γυρίσεις. Tί μετράει στην τελική; Η παρέα. Κι ένα παρεό -προαιρετικά.


Κι έρχεται η ώρα που γυρνάς πίσω και μη θέλοντας να χαθεί αυτή η αίσθηση των διακοπών συνεχίζεις να βγαίνεις καθημερινά. Ακόμα κι αν -κάπου στα μέσα της εβδομάδας προσαρμογής- έχεις πέσει ξερή μετά τη δουλειά και ξυπνάς μεσάνυχτα βλέποντας κλήσεις και μηνύματα στο κινητό, για να πας (σαν φυσιολογικός άνθρωπος, σαφώς) να βρεις τους φίλους για ένα ποτάκι στη μία. [Ποιός είσαι εσύ που θα μου πεις ότι τελείωσαν οι διακοπές μου;!]

Αλλά το καλοκαίρι είναι πάντα μπροστά σου. Στο αυτοκόλλητο Blue Star Ferries στο πίσω τζάμι του μπροστινού αυτοκινήτου, σε τραγούδια στο ραδιόφωνο που σου θυμίζουν το νησί, στον αναπτήρα που 'χες αγοράσει ένα βράδυ απ' το περίπτερο στο λιμάνι κι όπου να 'ναι θα τελειώσει, στα βραχιολάκια που μας έφτιαχνε ο Κριστιάν στην παραλία, στη μυρωδιά της αντιηλιακής κρέμας που συνεχίζεις να βάζεις για λίγες βδομάδες ακόμα τα πρωινά, στο σημάδι απ' το μαγιό που θα μείνει για μήνες..


"Η ασημαντότητα, φίλε μου Ντ' Αρντελό, είναι η ουσία της ύπαρξης. Είναι μαζί μας παντού και πάντοτε."


6:30 κι η ντίσκο κλείνει. Κι αύριο πάλι καλοκαίρι θα 'ναι, αν το θες. 

Αν και πάλι, δε σε νοιάζει τί εποχή θα είναι, αρκεί που σχεδιάζεις τα επόμενα ταξίδια. 
Όσα. Για όπου. Δε βασιζόμαστε μόνο στους καλοκαιρινούς μήνες. 
Έχουν κι οι άλλοι μήνες ήλιο -είτε φαίνεται είτε όχι.
Καλό φθινόπωρο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου